Κριτική παράστασης “Μήδεια” του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Μάρθας Φριντζήλα από την Γκολούμποβιτς Σιμόνη-Μαρία.
Μέσα στο δεύτερο κύμα της πανδημίας του Covid-19 και σε ένα παρατεταμένο lockdown όλων των πολιτιστικών δομών, ο πρώτος μήνας του 2021 βρίσκει τα θέατρα να συνεχίζουν την επικοινωνία τους με το κοινό μέσω των διαδικτυακών παραστάσεων. Έτσι, το Εθνικό Θέατρο την Κυριακή 10 Ιανουαρίου εγκαινίασε με live streaming την Ερευνητική Σκηνή, που στεγάζεται στο Θέατρο Rex – Σκηνή «Κατίνα Παξινού», με την Μήδεια του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Μάρθας Φριντζήλα. Η δημιουργία της «Ερευνητικής Σκηνής» στοχεύει στην εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας, αφενός διάμεσου των ίδιων των σημείων της και αφετέρου διαμέσου της έρευνας σύγχρονων μέσων προσέγγισης και την ανάδειξη της δυναμικής της επί σκηνής μέσα από τη θεατρική performance.
Μέσω του live streaming δόθηκε η ευκαιρία ανάπτυξης ενός διαύλου επικοινωνίας ανάμεσα στους (διαδικτυακούς) θεατές και τους συντελεστές της παράστασης, τόσο πριν από την έναρξή της όσο και μετά το τέλος της. Πιο συγκεκριμένα πριν από την έναρξη του έργου προηγήθηκε μια σύντομη ομιλία του Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, Δημήτρη Λιγνάδη, σχετικά με την ιδρυτική διακήρυξη, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της Ερευνητικής Σκηνής και το σημείωμα της Μ. Φριντζήλα, που αφορούσε την ερμηνεία και την απόδοση του έργου. Μετά την παράσταση ακολούθησε μια ζωντανή συζήτηση με τους συντελεστές, μέσω γραπτών ηλεκτρονικών μηνυμάτων που αφορούσαν τη διατύπωση ερωτημάτων, σχετικών με το έργο, από τους θεατές.
Η Μήδεια αποτελεί ένα έργο το οποίο βρίθει από συμβολισμούς. Υπερβαίνοντας την ερμηνεία του δράματος σε ανθρώπινο και ψυχολογικό επίπεδο, η εν λόγω τραγωδία συνιστά ένα έργο το οποίο προσεγγίζει το αρχέτυπο θεματικό πεδίο της ανθρώπινης φύσης και της σχέσης του ατόμου με την κοινωνία. Σε μια αρχική ερμηνεία της Μήδειας, το έργο περιστρέφεται γύρω από την απιστία που βίωσε η πρωταγωνίστρια από τον σύζυγό της Ιάσονα, με αποτέλεσμα τα συναισθήματα της αγάπης και του έρωτα να έχουν εξ ολοκλήρου αντικατασταθεί από το μίσος και την οργή της ηρωίδας τόσο απέναντί του όσο και απέναντι στα ίδια της τα τέκνα, γεγονός που την ωθεί στη παιδοκτονία. Μια ενδελεχής, όμως, μελέτη του έργου οδηγεί στο συμπέρασμα πως κεντρικό άξονα του δράματος αποτελεί η απροθυμία της Μήδειας να διαχειριστεί την αισχρή συμπεριφορά του άντρα της με τρόπο που ορίζει μια ανδροκρατούμενη κοινωνία.
Η Μάρθα Φριντζήλα ενσαρκώνοντας τη Μήδεια πέτυχε μια εξαιρετική ερμηνεία, άρτια φωνητικά και κινησιολογικά, καθιστώντας σαφή στο κοινό την ιδιοσυγκρασία της ηρωίδας και τον κατακερματισμό του ψυχικού της κόσμου.
Η σκηνοθετική προσέγγιση της Μάρθας Φριντζήλα, λοιπόν, αποτέλεσε μια ένωση ποικίλων ερεθισμάτων από τις διάφορες κατά καιρούς εκδοχές της Μήδειας, όπως η ίδια δήλωσε στο προλογικό «ηλεκτρονικό» σημείωμα της παράστασης: απηχήσεις του «Ιάπωνα ηθοποιού Μικιζίρο Χίρα να στροβιλίζεται τραβώντας από το στόμα αργά τα σωθικά του σε μια κόκκινη κορδέλα, η αρένα του μύθου που έστησε ο Ανατόλι Βασίλιεφ με την Λυδία Κονιόρδου στο κέντρο να κρατά τα νεκρά παιδιά της στο τρίκυκλο, η κατακόκκινη κορμοστασιά της Καριοφυλλιάς Καραμπέτη βαμμένη τα χρώματα του πολέμου, η Λυδία Φωτοπούλου παγιδευμένη λιονταρίνα στην παράσταση του Ανδρέα Βουτσινά, τα σκοτεινά μάτια της επαναστατημένης Μήδειας στην παράσταση του Μίνου Βολανάκη με την Μελίνα Μερκούρη, η Μήδεια του μεγάλου Παζολίνι και η αινιγματική παγωμένη Μήδεια του Τρίερ».
Η εξαιρετικά ταλαντούχα ομάδα ηθοποιών αποτελούνταν από τους Ανδρέα Κωνσταντίνου, Θάνο Τοκάκη και Μάρθα Φριντζήλα. Η μετάφραση της Νικολέτας Φριντζήλα διατήρησε στο νεοελληνικό κείμενο την συγκλονιστική τραγικότητα και τη δίνη του αρχαίου λόγου. Δυναμική, ένταση και σκηνοθετική πρωτοτυπία είναι τα γνωρίσματα που θα χαρακτήριζαν τη συγκεκριμένη παράσταση, η οποία αποτελεί μια ανοιχτή δραματουργία με επίκεντρο τον λόγο διαμέσου του κειμένου. Η διανομή των ρόλων από την σκηνοθέτιδα δεν ήταν συγκεκριμένη και δημιούργησε μια συνθήκη «διαλογικού παιχνιδιού» μεταξύ των ηθοποιών με επίκεντρο την ίδια και γύρω της τα παιδιά της. Η Μάρθα Φριντζήλα ενσαρκώνοντας τη Μήδεια πέτυχε μια εξαιρετική ερμηνεία, άρτια φωνητικά και κινησιολογικά, καθιστώντας σαφή στο κοινό την ιδιοσυγκρασία της ηρωίδας και τον κατακερματισμό του ψυχικού της κόσμου. Όλοι οι υπόλοιποι ρόλοι του έργου, αυτών των αθώων παιδιών, που αναπαριστούν τα επεισόδια της ζωής της Μήδειας, της ανήσυχης Τροφού, του Παιδαγωγού, του αρχομανή και δεσποτικού Κρέοντα, του Αγγελιαφόρου και του συμφεροντολόγου Ιάσονα, ανατέθηκαν στους Ανδρέα Κωνσταντίνου και Θάνο Τοκάκη, οι οποίοι με αφάνταστη ευχέρεια και ευελιξία μεταπηδούσαν από τον έναν ρόλο στον άλλο, με όλο τους το είναι να συντονίζεται αρμονικά στον καθέναν από αυτούς. Το αποτέλεσμα ήταν πραγματικά καθηλωτικό δημιουργώντας ένα βαθύ τραγικό πεδίο που συνεπήρε και ταξίδεψε το κοινό.
Το αποτέλεσμα ήταν πραγματικά καθηλωτικό δημιουργώντας ένα βαθύ τραγικό πεδίο που συνεπήρε και ταξίδεψε το κοινό.
Η σκηνοθέτης επιμελήθηκε εύστοχα τον θεατρικό χώρο με το ολόμαυρο χρώμα να κυριαρχεί σε μια λιτή, απλή σκηνή, χωρίς σκηνικά, η οποία παρέπεμπε σε ένα μαραμένο, σκοτεινό και μαγικό ηφαιστειακό τοπίο, το οποίο ταυτίζεται με την χθόνια και θεϊκή πλευρά της Μήδειας, η οποία βρίσκεται στα έγκατα αυτού και στο τέλος σαν κεχριμπάρι αναγεννιέται από τις στάχτες της. Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την ενδυματολογική και χρωματική ομοιομορφία των ηθοποιών με τα μαύρα ρούχα, που επιμελήθηκε ο Άγγελος Μέντης, είχαν ως αποτέλεσμα να «φωτίσουν» την μελανή και δύσμοιρη ιστορία της Μήδειας. Ιδιαίτερο ρόλο στην παράσταση διαδραμάτισε η μουσική υπόκρουση, με έγχορδα και κρουστά μουσικά όργανα, που αποτελούνταν από τρεις μουσικούς, τον Παναγιώτη Μανουηλίδη, Βασίλη Μαντζούκη και Νίκο Παπαϊωάννου, οι οποίοι «επέβάλλαν» την ύπαρξη της μουσικής με παραθετικό τρόπο. Η μουσική ήταν επηρεασμένη από τις κλίμακες της Μεσογείου και αποτέλεσε και αυτή ένα «μέλος» της υποκριτικής διαδικασίας του έργου, έναν ζωντανό οργανισμό που βρέθηκε στο προσκήνιο. Σ’ αυτή τη κατανυκτική και μυστηριακή ατμόσφαιρα η Μήδεια δημιούργησε ένα δικό της ηλιακό σύμπαν με επίκεντρο την ίδια που θέτει σε τροχιά τα σώματα γύρω της και κατακαίει όποιο πλησιάσει επικίνδυνα κοντά της.
Εν κατακλείδι, η σκηνοθετική αυτή προσέγγιση της τραγωδίας από τη Μ. Φριντζήλα αποτελεί αναμφίβολα μια επιμελημένη παράσταση της Ερευνητικής Σκηνής. Η Μήδεια αποτελεί μια από τις πιο τραγικές ηρωίδες του Ευριπίδη και τις πλέον αρνητικά σκιαγραφημένες ηρωίδες της αρχαίας δραματουργίας. Μέσα από την αμφιλεγόμενη προσωπικότητά της η ίδια συναρπάζει και γοητεύει αλλά και ταυτόχρονα τρομοκρατεί το κοινό. Η παράσταση άγγιξε του θεατές οι οποίοι επιχείρησαν να ερμηνεύσουν τους βαθύτερους στόχους και τον ψυχισμό της ηρωίδας.
Κριτική: Γκολούμποβιτς Σιμόνη-Μαρία
Υπ. Διδάκτωρ Θεατρολογίας Πανεπιστημίου Πατρών
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Μάρθα Φριντζήλα
Μετάφραση: Νικολέτα Φριντζήλα
Σκηνικά, κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Μουσική: Βασίλης Μαντζούκης
Σχεδιασμός Βίντεο (videodesign): Παναγιώτης Ανδριανός
Φωτισμοί: FeliceRoss
Βοηθός σκηνοθέτη: Θεανώ Μεταξά
Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Μαριέλα Παναγιώτου
Διανομή (με αλφαβητική σειρά):
Ανδρέας Κωνσταντίνου, Θάνος Τοκάκης, Μάρθα Φριντζήλα
Μουσικοί επί σκηνής :
Παναγιώτης Μανουηλίδης, Βασίλης Μαντζούκης, Νίκος Παπαϊωάννου
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση θα βρείτε εδώ
Βρείτε μας στα social media του StellasView:
Facebook: https://www.facebook.com/Stellasview
Instagram: https://www.instagram.com/stellasview.gr/
Youtube: https://www.youtube.com/c/StellaPerpera
Twitter: https://twitter.com/StellaPerpera
Κάντε το πρώτο σχόλιο